1 occurence of λιθοτομεῖον in 1 file.
ληπιείο θύεν τὰ προθύματα ἃ ἐξηγε̑ται [Εὐ]θύδη- μος ἀπὸ τοῦ ἀργυρίο το̑ ἐκ το̑ λιθοτομε[ί]ο [τοῦ] θ̑-[ε]ο̑ ἐξαιρομένο, τὸ δὲ ἄλλο ἀργύριον [κα]τα[βά]λλ-